Τετάρτη 31 Αυγούστου 2022

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΕ Η ΜΟΝΗ ΑΣΦΑΛΗΣ ΟΔΟΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ

 




       Ἡ Ἐκκλησία μας ἡ Ὀρθόδοξος εἶνε ἡ μόνη ἀσφαλὴς ὁδὸς σωτηρίας. Οὔτε ἡ μόνη ὁδὸς σωτηρίας, οὔτε ἁπλῶς ἡ ἀσφαλὴς ὁδὸς σωτηρίας, ἀλλὰ ἡ μόνη ἀσφαλὴς ὁδὸς σωτηρίας.

       Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι εἶνε ἡ μόνη ὁδὸς σωτηρίας, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀποκλείουμεν εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ οἱανδήποτε δρᾶσιν. Τὸν περιορίζουμεν εἰς ἕνα σχῆμα. Ἂν θέλῃ ὁ Θεὸς αὐτὴν τὴν στιγμὴν νὰ ὑπάγῃ εἰς τοὺς Μάου Μάου καὶ νὰ ἀποκαλυφθῇ εἰς κάποιον καὶ νὰ τοῦ εἴπῃ: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεὸς τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ, ὁ σαρκωθεὶς καὶ ταφεὶς καὶ ἀναστάς· καὶ πίστευσόν Μοι νὰ σὲ σώσω» καὶ τὸν πάρῃ καὶ μὲ ἅρμα ὅπως ἐπῆρε τὸν προφήτην Ἠλίαν, δικαίωμά Του νὰ τὸ κάνῃ. Ἐμᾶς δὲν θὰ μᾶς δώσῃ λογαριασμόν. Ἂν θέλῃ νὰ τὸ κάνῃ, τὸ κάνει. Ἂν θέλῃ νὰ σώσῃ ὁ Θεὸς κάποιον ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, δικαίωμά Του. Δὲν θὰ γράψωμεν ἡμεῖς σχήματα καὶ θὰ ἀξιώσωμε νὰ κινῆται ὁ Θεὸς μέσα εἰς τοὺς κύκλους τοὺς ὁποίους θὰ Τοῦ γράψωμεν.

       Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶνε ἀσφαλὴς ὁδὸς σωτηρίας, ἁπλῶς ἀσφαλὴς ὁδὸς σωτηρίας, σημαίνει ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ὑπάρχουν καὶ ἄλλαι ἀσφαλεῖς ὁδοὶ σωτηρίας, μὲ τὰς ὁποίας μπορεῖ κανεὶς νὰ σωθῇ· εἶνε ἀσφαλισμένος. Ὁπότε ποία ἡ ἀξία τῆς ἀληθείας, ἂν ἐκτὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπάρχουν καὶ ἄλλαι ὁδοὶ ποὺ σώζουν μὲ ἀσφάλειαν; Ἐὰν σωζώμεθα ἐξ ἴσου ἀσφαλῶς καὶ ὄντες εἰς τὴν ἀλήθειαν καὶ ὄντες εἰς τὴν πλάνην, τότε ποία εἶνε ἡ ἀξία τῆς ἀληθείας; Ἡ ἀλήθεια πρέπει νὰ ἔχῃ κάποιαν ἀξίαν, πῶς θὰ τὸ κάνωμεν; Ἐάν, ἐπαναλαμβάνω, εἴπωμεν ὅτι εἶνε ἀσφαλὴς ὁδός, ἀφήνουμε καὶ ἄλλας ἀσφαλεῖς ὁδούς, ὁπότε, ἡ ἀλήθεια σχεδὸν ἐκμηδενίζεται· δὲν ἔχει καμμίαν ἀξίαν. Ἐάν, πάλιν, εἴπωμεν ἡ μόνη ὁδός, τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ τὸ περικείουμε, τὸ σφίγγουμεν.

       Ἐάν, ὅμως, εἴπωμεν ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶνε ἡ μόνη ἀσφαλὴς ὁδὸς σωτηρίας, τότε, καὶ τὴν ἀλήθειαν τὴν βάζουμεν εἰς τὸ βάθρον, τὸ ὁποῖον τῆς ἀξίζει - λέγομεν: «Ἔχεις ἀσφάλειαν νὰ εἶσαι εἰς τὴν ἀλήθειαν» - καὶ εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἀφήνουμε δυνατότητας νὰ δράσῃ ὅπως Ἐκεῖνος θέλει.

       Ἐμεῖς γνωρίζουμεν ὅτι ὄντες εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ὄχι εἰς τὰς ταὐτότητας, πράγματι ὄντες ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἔχομεν ἐξασφαλισμένην τὴν σωτηρίαν. Διότι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶνε ἡ μόνη ἀσφαλὴς ὁδὸς σωτηρίας.

       Ἐὰν ὑπάρχουν καὶ μονοπάτια, διὰ τῶν ὁποίων σώζει ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, εἶνε ἔργον ἰδικόν Του καὶ θέμα ἰδικόν Του καὶ ὁπωσδήποτε μποροῦμε νὰ εἴπωμεν, βασιζόμενοι εἰς τὴν ἄπειρον εὐσπλαγχνίαν καὶ ἀγάπην καὶ καλωσύνην τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ ἔχῃ καὶ μονοπάτια, θὰ ἔχῃ καὶ τρόπους, νὰ σώσῃ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν τὰς προϋποθέσεις, δὲν εἶχαν τὰς δυνατότητας, νὰ μάθουν τὴν ἀλήθειαν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Ἀλλὰ αὐτὸ εἶνε ἰδικόν Του θέμα. Ἡμεῖς στεκόμεθα ὡς ἐδῶ.

       - Εἶνε αὐτὸ τὸ ὁποῖον λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «νόμον μὴ ἔχοντες, ἑαυτοῖς εἰσὶ νόμος» (Ῥωμαίους β΄ 14).

       - Ἂν θὰ τοὺς κρίνῃ ὁ Θεὸς μὲ τὸν νόμον τῆς συνειδήσεως ἢ μὲ τὴν καλήν τους προαίρεσιν εἶνε θέμα ἰδικόν Του. Προσέξτε, εἶνε μία περιέργεια αὐτή, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἰς ἀποπροσανατολισμόν. Τί θὰ κάνῃ ὁ Θεὸς μὲ τοὺς ἄλλους. Βρέ, τί θὰ κάνῃ μὲ ἐσὲ νὰ κοιτᾷς. Ἄφησε τὸν Θεόν, γνωρίζει τί θὰ κάνῃ μὲ τοὺς ἄλλους. Ἐμεῖς θὰ εἴπωμεν εἰς τὸν Θεὸν τί θὰ κάνῃ μὲ τοὺς ἄλλους; Ἰδικόν Του θέμα· παιδιά Του εἶνε ὅλοι. Τί θὰ κάνῃ μὲ ἡμᾶς. Ἐμεῖς νὰ κοιτάζωμε νὰ ἔχωμεν ὀρθὴν πίστιν καὶ νὰ ἐργαζώμεθα τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ. «Ἐὰν ἀγαπᾶτέ Με, τὰς ἐντολὰς τὰς Ἐμὰς τηρήσατε» (Ἰω ιδ΄ 15), εἶπεν ὁ Κύριος, καὶ τί θὰ κάνῃ μὲ τοὺς ἄλλους εἶνε ἰδικόν Του θέμα.

       Βεβαίως, ἡμεῖς μετὰ τὴν ἀποκάλυψιν τοῦ Χριστοῦ, δὲν θὰ σταθῶμεν εἰς τὸν ἔμφυτον ἠθικὸν νόμον. Ἡμεῖς πλέον ἔχομε τὸν γραπτὸν ἠθικὸν νόμον, τὸ Εὐαγγέλιον. Καὶ θὰ κάνωμεν ὅ,τι μᾶς λέγει τὸ Εὐαγγέλιον. Αἱ ἐπιταγαὶ τοῦ ἐμφύτου ἠθικοῦ νόμου ἰσχύουν διὰ τοὺς ἀνθρώπους εἰς τοὺς ὁποίους δὲν ἀπεκαλύφθη ἀκόμη ὁ Χριστός· δὲν ἐγνώρισαν τὸν Χριστόν. Ἡμεῖς δὲν θὰ κοιτάζωμε τί λέγει ὁ ἔμφυτος νόμος, ἀλλὰ τί λέγει τὸ Εὐαγγέλιον. Διότι εἰς ἀγρίους φυλὰς εἶνε νόμος ἐὰν κάποιος κάνῃ κάτι εἰς τὸν φύλαρχον, νὰ τὸν ψήσουν καὶ νὰ τὸν φάγουν. Δὲν ἔχουν τύψεις συνειδήσεως οἱ ἄνθρωποι. Λέγουν ὅτι αὐτὸ ἔτσι πρέπει νὰ γίνῃ. Εἶνε ἔθιμον τῆς φυλῆς προαιώνιον· ἀπὸ τότε ποὺ ὑπάρχει ἡ φυλή. Καί, βεβαίως, αὐτὸ συμβαίνει, διότι ὁ ἔσω ἄνθρωπος εἶνε διεφθαρμένος μετὰ τὴν πτῶσιν τοῦ Ἀδάμ. Τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» ἠμαυρώθη. Ἡ πτῶσις τοῦ Ἄδὰμ ἐπέφερεν ἐξασθένισιν τοῦ αὐτεξουσίου καὶ ἀμαύρωσιν τοῦ «κατ᾿ εἰκόν». Δὲν εἶνε τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» τὸ ἰδικόν μας ὅπως τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» τοῦ Ἀδάμ. Εἶνε ἀλλοιωμένον· ἔχει ἀμαυρωθῆ. Λοιπόν, ἐμεῖς πλέον πρέπει τὴν Καινὴν Διαθήκην νὰ τὴν ἐντάξωμε μέσα μας. Αἱ ἐντολαὶ τοῦ Θεοῦ θὰ γίνουν αἰτήματα τῆς ψυχῆς μας, ἀξιώματα μέσα εἰς τὴν ψυχήν μας. Ἀξιώματα μὲ τὴν ἔννοιαν τῶν μαθηματικῶν ἀξιωμάτων· ὄχι μὲ τὴν ἔννοιαν τῶν ἀξιωμάτων ποὺ ἀνεβαίνει κανεὶς εἰς μίαν θέσιν.



Τρέφοντας τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ

Ἀρχιμανδρίτου Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου

Ἐπιμελείᾳ Ἀρχιμανδρίτου Ἰωάννου Κωστὼφ

Ἐκδόσεις Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς

Ἔκδοσις Β΄

Σταμάτα 2017

Σελίδες 254-257