Παρασκευή 13 Αυγούστου 2021

 ΠΕΡΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ





       Εἶνε λάθος νὰ ζητοῦμε Γραφικὸν ἔρεισμα δι᾿ ὁτιδήποτε. Εἶνε λάθος. Ἡ Ἐκκλησία εἶνε τὸ μεῖζον· ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶνε τὸ ἔλασσον, διότι ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶνε στοιχεῖον τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία περιέχει καὶ τὴν Ἁγίαν Γραφήν. Οἱ Προτεστάνται ἐπέταξαν τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἐκράτησαν τὴ Ἁγίαν Γραφήν. Αὐτὸ εἶνε ἕνα μεγάλον λάθος. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς δίδει τὴν Ἁγίαν Γραφήν. Ἂν βγάλωμε τὴν Ἐκκλησίαν, δὲν ἔχομεν Ἁγίαν Γραφήν. Ὁ ἐγγυητὴς τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶνε ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἔδωσε τὴν Ἁγίαν Γραφὴν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν ἐδιδάχθη ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν παρεδόθησαν αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἔχει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἂν ὑποτεθῇ ὅτι χανόταν τὸ Εὐαγγέλιον, ἂν ὁ Θεὸς δὲν οἰκονομοῦσε νὰ σωθῇ μέχρι σήμερον, καὶ ἄφηνε τὴν Ἐκκλησίαν Του νὰ ἐζοῦσε, θὰ ἐσωζώμεθα. Ἂν ἔμενε τὸ Εὐαγγέλιον καὶ δὲν ὑπῆρχεν ἡ Ἐκκλησία... Αὐτὰ βεβαίως εἶνε ὑποθέσεις, διότι ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν θὰ ἐπέτρεπε νὰ χαθῇ τὸ ἔργον Του. Ἀλλοίμονον! Μίαν ὑπόθεσιν κάνουμεν. Ἂν εἶχαν τὸ Εὐαγγέλιον οἱ ἄνθρωποι καὶ δὲν εἶχαν τὴν Ἐκκλησίαν, δὲν θὰ ἐσῴζοντο. Πῶς θὰ ἐσῴζοντο; Μὲ τί Μυστήρια; Θὰ ἐδιάβαζαν ἕνα ὡραῖον βιβλίον, μίαν ὡραίαν διδασκαλίαν. Ἡ χάρς τοῦ Θεοῦ πῶς θὰ διδόταν εἰς αὐτούς; Ποῦ τὸ βάπτισμα; Ποῦ ἡ Θεία Εὐχαριστία, ἡ ὁποία μᾶς καθιστᾶ συσσώμους μὲ τὸν Κύριόν μας; Ποῦ θὰ ἦσαν αὐτὰ τὰ πράγματα; Καὶ ἂν χανόταν τὸ Εὐαγγέλιον, ἡ Ἐκκλησία θὰ εἶχε τὴν διδασκαλίαν τῶν Ἀποστόλων, ὅπως τὴν εἶχε τὰς πρώτας δεκαετίας, κατὰ τὰς ὁποίας δὲν εἶχεν ἀκόμη γραφῆ τὸ Εὐαγγέλιον. Πρὶν γραφῆ τὸ Εὐαγγέλιον δὲν ὑπῆρχεν Ἐκκλησία; Δὲν ὑπῆρχε διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας; Καὶ ἂν ὑποτεθῇ ὅτι δὲν ἔγραφαν τίποτε οἱ Ἀπόστολοι, αὐτὰ τὰ ὁποῖα θὰ παρέδιδαν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν θὰ ἀρκοῦσαν διὰ τὴν σωτηρίαν μας. Ἡ Ἐκκλησία χωρὶς τὸ γραπτὸν κήρυγμα θὰ ἔσωζε. Τὸ γραπτὸν κήρυγμα χωρὶς τὴν Ἐκκλησίαν δὲν θὰ ἔσωζε. Δὲν ἠμποροῦμεν, λοιπόν, νὰ λέγωμεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν διὰ κάτι ποὺ τὸ ἔχει εἰς τὴν ζωήν της ἀπὸ τοὺς πρώτους αἰῶνας: «φέρε μου Γραφικὸν ἔρεισμα». Τὸ ὅτι τὸ ἔχει ἡ Ἐκκλησία αὐτὸ εἶνε Γραφικόν, μὲ τὴν ἔννοιαν ὅτι εἶνε μέσα εἰς τὸ πνεῦμα καὶ εἰς τὰς Παραδόσεις τῶν Ἀποστόλων τὰς ὁποίας παρέλαβεν ἡ Ἐκκλησία. Οἱ Προτεστάνται ἔλαβαν αὐτὸ τὸ ὁποῖον τοὺς ἔδωσεν ἡ Ἐκκλησία καὶ ἐπέταξαν τὴν Ἐκκλησίαν. Αὐτὸ εἶνε ἀντίφασις. Ποῦ γνωρίζουμεν ὅτι αὐτὰ εἶνε τὰ βιβλία τῶν Ἀποστόλων; Ποῖος μᾶς ἐγγυᾶται; Ὑπάρχουν δεκάδες βιβλίων ψευδεπιγράφων. Ἔχομεν Εὐαγγέλια ψευδεπίγραφα. Ποῖος εἶνε ὁ ἀλάθητος ἐγγυητὴς ὅτι αὐτὸ εἶνε ψευδεπίγραφον καὶ αὐτὸ εἶνε κανονικόν; Ποῖος; Ἡ Ἐκκλησία. Ἀφοῦ, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὴν δύναμιν νὰ διακρίνῃ τὰ ψευδεπίγραφα καὶ τὰ κανονικὰ βιβλία, δὲν μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νὰ μᾶς εἰπῇ τί εἶνε καὶ τί δὲν εἶνε σύμφωνον μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Κυρίου καὶ τῶν Ἀποστόλων; Ἢ μὲ συγκεκριμένας διδασκαλίας τὰς ὁποίας ἄφησαν οἱ Ἀπόστολοι, δεδομένου ὅτι ἕνα ἐλάχιστον μέρος κατεγράφη εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν; Εἶνε δὲ καὶ λανθασμένη ἡ ἄποψις ὅτι εἶνε πηγὴ ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ἡ Ἱερὰ Παράδοσις. Καὶ ἡ Ἱερὰ Παράδοσις καὶ ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶνε δύο στοιχεῖα παραδόσεως τῶν Ἀποστόλων. Πηγὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ εἶνε ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου διὰ τῶν Ἀποστόλων ὅπως εἴτε κατεγράφη εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφὴν εἴτε παρεδόθη ἀπὸ αὐτοὺς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Καὶ τὰ δύο αὐτὰ εἶνε τὸ ἴδιον πρᾶγμα. Δὲν μποροῦμε, λοιπόν, νὰ ζητῶμε διὰ κάθε τι Γραφικὴν ἀπόδειξιν. Ἡ Ἐκκλησία εἶνε ἡ ἀπόδειξις. Ἐκτός, βεβαίως, διὰ κάτι ποὺ μᾶς τὸ φέρνει σήμερον κάποιος παπᾶς ἢ κάποιος Δεσπότης νὰ μᾶς τὸ βάλῃ. Ἐκεῖ θὰ τὸν ἐρωτήσωμεν: Ποῦ τὸ ηὗρες, πάτερ μου; Διὰ πράγματα τὰ ὁποῖα ἔχει ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τοὺς πρώτους αἰώνας θὰ διερωτώμεθα ἂν ἔχουν Γραφικὸν στήριγμα; Αὐτὸ εἶνε προτεσταντικὸς τρόπος τοῦ σκέπτεσθε. Δι᾿ ἡμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους αὐτὸ εἶνε ἀπόβλητον τελείως. Ἡ Ἐκκλησία ἡ ὁποία ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ καταρτίζῃ τὸν Κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ νὰ μᾶς λέγῃ ποῖα εἶνε θεόπνευστα βιβλία καὶ ποῖα δὲν εἶνε, ἔχει πολλῷ μᾶλλον τὴν ἐξουσίαν νὰ μᾶς λέγῃ τί ἄλλο - ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ τὰ γραπτὰ - τῆς παρέδωσαν οἱ Ἀπόστολοι. Ἐκείνη ποὺ δύναται τὸ μεῖζον, δύναται καὶ τὸ ἔλαττον. Ἐπίσης, ἡ Ἐκκλησία ποὺ ἔχει τὴν Ἁγίαν Γραφὴν καὶ εἶνε ὁ φύλαξ αὐτῆς, εἶνε καὶ ὁ αὐθεντικὸς καὶ ὁ ἀλάθητος ἑρμηνευτὴς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καὶ ὄχι οἱ αἱρετικοί.

       Λέγουν οἱ αἱρετικοὶ ὅτι «ἐμεῖς ἔχομε μόνον τὴν Ἁγίαν Γραφὴν καὶ δὲν ἔχομε Παράδοσιν, ἐνῷ ἐσεῖς ἔχετε Παράδοσιν». Αὐτὸ εἶνε ψεῦδος. Ἔχουν καὶ παραέχουν Παράδοσιν. Μόνον ὅτι ἡ ἰδική τους Παράδοσις εἶνε ἐντάλματα ἀνθρώπων. Θὰ ἔχετε ἀκούσῃ ὅτι οἱ Προτεστάνται, ἐπὶ παραδείγματι, οἱ ὁποῖοι εἶνε καὶ πάρα πολλαὶ παραφυάδες, ὀνομάζονται ἀπὸ τὰ ὀνόματα τῶν ἀρχηγῶν τους, Ζβιγγλιανοί, Λουθηρανοί, Καλβινισταί, κ.λπ.. Καὶ ἔχουν διαφωνίας μεταξύ τους· ἔχουν διαφοράς. Ἄλλα πιστεύουν οἱ Λουθηρανοί, ἄλλα οἱ Ζβιγγλιανοί, ἄλλα οἱ Καλβινισταὶ καὶ ἄλλαι πάρα πολλαὶ παραφυάδες, γύρω εἰς τὰς διακοσίας. Λοιπόν, τί σημαίνει ἐγὼ εἶμαι Ζβιγγλιανός, ἐγὼ εἶμαι Λουθηρανός, ἐγὼ εἶμαι Καλβινιστής; Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι ἐγὼ ἑρμηνεύω τὴν Ἁγία Γραφὴν κατὰ τὴν παράδοσιν, κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ Καλβίνου, ὁ ἄλλος τοῦ Ζβιγγλίου... Αὐτὸ τί ἄλλο εἶνε παρὰ παράδοσις; Ὅπως ἡρμήνευσεν ὁ Καλβῖνος τὴν Γραφήν, ἔτσι τὴν ἑρμηνεύω καὶ ἐγώ. Δηλαδὴ ἀκολουθῶ τὴν Παράδοσιν τοῦ Καλβῖνου, τοῦ Ζβιγγλίου, τοῦ Λουθήρου, κ.ο.κ.. Ἡ μόνη διαφορὰ εἶνε ὅτι τῶν μὲν ἡ παράδοσις ἀρχίζει τὸν 15ον, 16ον αἰῶνα - εἶνε ἐντάλματα ἀνθρώπων -, ἐνῷ ἡ ἰδική μας Παράδοσις, ἡ Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἱερὰ Παράδοσις, ἀρχίζει ἀπὸ τὴν ἐποχὴν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Αἱ Παραδόσεις των εἶνε νεώτεραι. Δὲν ἔχουν τὴν ἀρχαιότητα καὶ τὴν αὐθεντίαν τὰς ὁποίας ἔχουν αἱ ἰδικαί μας Παραδόσεις, ποὺ εἶνε Παραδόσεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων ποὺ διεδέχθησαν τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους καὶ ἐκράτησαν τὰς Παραδόσεις καὶ τὰς διετήρησαν μέχρι σήμερον.

- Μά, Γέροντα, καὶ ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι μαχόμεθα μεταξύ μας.

- Ἐκεῖνοι, παιδί μου, ἔχουν δογματικὰς διαφοράς, ἐνῷ ἐμεῖς δὲν ἔχομε διαφορὰς εἰς τὰ δόγματα. Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι τὸ ἴδιον δόγμα ἔχομεν. Τὸ ἂν ἀντιμαχώμεθα διὰ ἐπὶ μέρους θέματα, αὐτὸ εἶνε ἐντὸς τοῦ ἀνθρωπίνου στοιχείου. Καὶ εἰς τὴν ἐποχὴν τῶν Ἀποστόλων ὑπῆρξαν διαφωνίαι. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διεφώνησε μὲ τὸν Βαρνάβαν, ἀκόμη καὶ μὲ τὸν Ἀπόστολον Πέτρον. Ὄχι ἐπὶ δογματικοῦ θέματος· ἐπὶ πρακτικοῦ. Ἐπὶ πρακτικῆς ἀντιμετωπίσεως: Θὰ δεχώμεθα τοὺς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανοὺς μὲ περιτομὴν ἢ ὄχι; Δὲν ἦτο δογματικὸν τὸ θέμα· ἦτο θέμα τακτικῆς. Εἰς τοιαῦτα θέματα διαφωνοῦμεν. Ἔχομε τὸ ἀνθρώπινον στοιχεῖον ὅλοι. Καὶ οἱ Ἅγιοι ἔχουν τὸ ἀνθρώπινον στοιχεῖον. Ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν ἔχομε δογματικὰς διαφοράς. Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχομε τὸ ἴδιον δόγμα. Καὶ ἐσὺ μὲ τὴν γυναῖκά σου καμμίαν φορὰν διαφωνεῖτε· καὶ μὲ τὰ παιδιά σου καὶ μὲ τοὺς γονεῖς σου διαφωνεῖτε. Δὲν παύετε, ὅμως, νὰ εἶσθε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, δὲν παύετε νὰ εἶσθε σύζυγοι.

- Τί λέγετε ὡς πρὸς τὸ ἀλάθητον μιᾶς Συνόδου;

- Ἐπειδὴ τὸ ἀλάθητον εἶνε τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, μία πρᾶξις Τοπικῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νὰ μὴ εἶνε ὀρθή, ἀλλὰ αὐτὸ θὰ τὸ δείξῃ ὁ χρόνος. Ἂν γίνῃ ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὴν σύνολον Ἐκκλησίαν ἢ ὄχι. Μπορεῖ νὰ μὴ γίνῃ δεκτή, ὁπότε παραμερίζεται.

       Καὶ διὰ νὰ ἐπανέλθω εἰς τὸ θέμα: Ἡ Ἐκκλησία εἶνε ὁ αὐθεντικὸς ἑρμηνεὺς ὅλων αὐτῶν τῶν πραγμάτων. Δι᾿ ἡμᾶς ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν εἶνε κάτι τὸ ταμποὺ καὶ ἔξω ἀπὸ αὐτὴν ὑπάρχει σκότος καὶ πλάνη. Ὄχι! Μεγάλον λάθος.

       Ἐξ ἄλλου μερικὰ πράγματα τὰ ὁποῖα ἔχει ἡ Ἁγία Γραφή, διατί δὲν τὰ ἔχουν οἱ Προτεστάνται σήμερον; Τὰς «ἀγάπας» διατί δὲν τὰς ἔχουν, ὅπως ἀκριβῶς τὰς εἶχαν οἱ Ἀπόστολοι (Ἰούδα 12); Ἡ Ἐκκλησία πάλιν μᾶς εἶπε τί ἀπὸ αὐτὰ τὰ πράγματα εἶνε αἰώνιον καὶ τί καιρικόν. Τὴν Κυριακὴν ἀργίαν ποῦ τὴν ηὗραν οἱ Προτεστάνται; Ποῦ; Εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφὴν δὲν ἀναφέρεται πουθενὰ ἡ Κυριακὴ ἀργία. Ἡ Παράδοσις μᾶς τὴν ἐτήρησεν. Ἤδη ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος, ὁ Φιλόσοφος καὶ Μάρτυς, μᾶς λέγει ὅτι τὴν Κυριακὴν ἐκαλοῦντο καὶ ἔκαναν τὴν κλάσιν τοῦ Ἄρτου. Μετά, ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον, ἄρχισε νὰ γίνεται ἀραιότερα. Ἔκαναν, βεβαίως, πολλὰς φορὰς καὶ καθημερινῶς. Ἀλλὰ κατὰ Κυριακὴν ἐκαλοῦντο ὅλοι οἱ πιστοὶ εἰς τὴν πόλιν μὲ τὸν Ἐπίσκοπον καὶ μὲ ὅλους τοὺς Ἱερεῖς τῆς περιοχῆς καὶ ἔκαναν μίαν Εὐχαριστίαν. Ποῦ εἶνε ἡ Κυριακὴ ἀργία καὶ ἡ λατρεία τῆς Κυριακῆς εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην; Τὸ εἶπα κάποτε εἰς ἕνα Προτεστάντην. Εἰς τὸ τέλος ἠναγκάσθη νὰ ὁμολογήσῃ: - Ἀπὸ ἐσᾶς τὴν ἐλάβαμεν. - Ἔτσι μπράβο. Λάβετε καὶ μερικὰ ἄλλα ἀπὸ ἡμᾶς διὰ νὰ εἶσθε ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχουν, λοιπόν, τὴν Κυριακὴν ἀργίαν, ἐνῷ ἀπὸ τὴν Καινὴν Διαθήκην δὲν βγαίνει πουθενὰ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Λέγει ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης: «ἐγενόμην ἐν τῇ νήσῳ τῇ καλουμένῃ Πάτμῳ... ἐν τῇ Κυριακῇ ἡμέρᾳ» (Ἀποκάλυψις Α΄ 9-10). Ἀπὸ ποῦ βγαίνει, ὅμως, ὅτι ἡ Κυριακὴ εἶνε κατ᾿ ἐξοχὴν ἡμέρας τῆς λατρείας; Ἡ Ἐκκλησία τὴν καθιέρωσε. Βεβαίως στοιχῶντας εἰς τὴν διδασκαλίαν τῶν Ἀποστόλων. Εἶνε πράγματα τὰ ὁποῖα παρέδωσαν οἱ Ἀπόστολοι. Σκεφθῆτε: τόσα χρόνια ποὺ ἔζησαν οἱ Ἀπόστολοι - ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης ἔφθασεν εἰς βαθύτατον γῆρας - πόσα πράγματα εἶχαν εἰπεῖ εἰς τοὺς πιστοὺς τῆς ἐποχῆς τους; Εἰς τοὺς Ἐπισκόπους τοὺς ὁποίους οἱ ἴδιοι εἶχαν χειροτονήσει;

       Ἡ Ἐκκλησία τρία πράγματα ἀντέταξεν εἰς τοὺς αἱρετικούς: τὴν Ἐπισκοπικὴν Διαδοχήν, τὸν Κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ τὰ Σύμβολα. Αὐτὰ τὰ τρία ἀντέταξεν εἰς τοὺς αἱρετικούς. Λέγει: Τί ἔχετε ἐσεῖς νὰ μοῦ δείξετε ὅτι εἶσθε συνέχεια τῶν Ἀποστόλων; Ἐγὼ σᾶς ἀποδεικνύω τὴν Ἀποστολικὴν Διαδοχήν: Ὁ τάδε ἐχειροτονήθη ἀπὸ τὸν τάδε, ὁ τάδε ἀπὸ τὸν τάδε... ἐκεῖνος ἀπὸ τὸν Πέτρον, ἀπὸ τὸν Παῦλον, ἀπὸ τὸν Ἰωάννην, ἄρα ἔχω κατ᾿ εὐθείαν διαδοχὴν ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους. Ἔχω τὸν Κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης παραδεδομένον εἰς Ἐμέ, ὄχι εἰς ἐσᾶς - εἰς τὰς Ἐκκλησίας παρέδιδαν οἱ Ἀπόστολοι τὰς Ἐπιστολάς των. Καὶ ἕχω καὶ τὰ Σύμβολα, τὰ Βαπτιστικὰ Σύμβολα, τὰ ὁποῖα ἐκδίδονται ἀπὸ τοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους, καὶ ἐδιδάχθην τὴν ἀληθινὴν πίστιν. Αὐτὰ τὰ τρία ὅπλα εἶχεν ἡ Ἐκκλησία ἐναντίον τῶν αἱρέσεων.

- Τί ἐννοεῖτε Σύμβολα;

- Τὴν ὁμολογίαν Πίστεως. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Σύμβολον Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως ὑπῆρχαν παλαιὰ μικρὰ Σύμβολα, τὰ ὁποῖα ἀπήγγελλαν οἱ βαπτιζόμενοι, καὶ τὰ ὁποῖα, ἐπειδὴ προήρχοντο ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴν ἐποχήν, εἶχαν μέσα τὴν ἀληθινὴν πίστιν τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Σήμερον, βεβαίως, ἐπειδὴ τὸ Σύμβολόν μας εἶνε αὐθεντικὸν ἀπὸ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον - τὴν Α΄ καὶ τὴν Β΄ - δὲν χρειάζεται νὰ φτιάξωμεν ἄλλα Σύμβολα. Τώρα ὁ βαπτιζόμενος ἀπαγγέλλει αὐτό· ἂν εἶνε νήπιον τὸ ἀπαγγέλλει ὁ ἀνάδοχος. Ἀλλὰ αἱ Ἐκκλησίαι τότε εἶχαν ἰδικά των σύμβολα μὲ μικροδιαφοράς, ἀλλὰ μὲ τὴν αὐτὴν πίστιν.


Τρέφοντας τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ

Ἀρχιμανδρίτου Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου

Ἐπιμελείᾳ Ἀρχιμανδρίτου Ἰωάννου Κωστὼφ

Ἐκδόσεις Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς

Ἔκδοσις Β΄

Σταμάτα 2017

σ. 125-130